Η Ιερά Μονή της Χρυσοσκαλίτισσας είναι ένα ορθόδοξο μοναστήρι του 17ου αιώνα, χτισμένο στο νοτιοδυτικό άκρο του δήμου Κισσάμου και σε υψόμετρο 35 μέτρων, με θέα στο Λιβυκό πέλαγος. Είναι αφιερωμένο στην Αγία Τριάδα και στην Κοίμηση της Θεοτόκου. Η χρονική αφετηρία του ιερού προσκυνήματος της Θεοτόκου της Χρυσοσκαλίτισσας είναι απροσδιόριστη και, κατά την παράδοση, συμπίπτει με την εύρεση της εικόνας της Κοίμησης της Θεοτόκου στην κόγχη ενός βράχου. Αναφέρεται ότι τη βρήκε ένας γεωργός της περιοχής,ο οποίος έβλεπε σαν όραμαμια φλόγα καντηλιού τις νύχτες σε εκείνο το σημείο, στο οποίο πιθανολογείται ότι κάποιοι την έκρυψαν κατά την περίοδο της εικονομαχίας, δηλαδή το διάστημα 726-842 μ.Χ.
Πριν την ανέγερση του ιερού ναού, ήταν χτισμένος σε σπηλαιώδη βράχο ένας άλλος ναός, αφιερωμένος στην Κοίμηση της Θεοτόκου, στου οποίου τη σκεπή υπήρχε ως συνέχεια ένας δεύτερος ναός της Αγίας Τριάδος. Όταν αποφασίστηκε να χτιστεί εκ νέου εκκλησία, παρατηρήθηκε ότι η εικόνα, παρά την αφαίρεσή της από την κόγχη, μυστηριωδώς επέστρεφε σε αυτήν. Αυτό ερμηνεύτηκε ως βούληση της Παναγίας να χτιστεί ο ναός σε εκείνο το σημείο κι έτσι έγινε. Λέγεται ότι ονομάζεται Χρυσοσκαλίτισσα επειδή το τελευταίο (98ο) σκαλοπάτι της ανάβασής της ήταν χρυσό αλλά πλέον δε σώζεται, καθώς πουλήθηκε στα πρώτα χρόνια της Τουρκοκρατίας για να εξασφαλιστούν τα χρήματα που αντιστοιχούσαν στο ποσό των βαρύτατων φόρων που είχε επιβάλει ο Σουλτάνος.
Την Κυριακή του Πάσχα το 1824, έπειτα από τη σφαγή των γυναικόπαιδων στο Ελαφονήσι, ως αντίποινα για την ελληνική επανάσταση, οι Τούρκοι κατέστρεφαν όλες τις εκκλησίες που βρέθηκαν στο πέρασμά τους. Μία από αυτές ήταν και η Χρυσοσκαλίτισσα αλλά σύμφωνα με την παράδοση, δεν μπόρεσαν να τη βλάψουν, παρόλο που ήταν έρημη, διότι ένα σμήνος μελισσών, το οποίο φώλιαζε στην κόγχη όπου βρίσκεται το εικονοστάσι, τους εμπόδισε. Έπειτα από αυτό, κατοικήθηκε για λίγα χρόνια από το μοναχό Ιωαννίκιο από τα Κύθηρα, έως ότου απεβίωσε. Το 1855, πρώτα ο Μανασσής Καραγιαννάκης από τα Σφακιά και έπειτα ο Εμμανουήλ Καλιτσουνάκης από το χωριό Τζιτζιφιά, ο οποίος μετονομάστηκε σε Μελέτιος μετά τη χειροτόνησή του, εγκαταστάθηκαν στο ναό και ξεκίνησαν με προσωπική εργασία αλλά και συνδρομές από πιστούς της περιοχής να βελτιώνουν σταδιακά την εικόνα του.
Από το Μάιο έως τον Αύγουστο του 1894 περατώθηκε η ανέγερση του κτηρίου που βλέπει κάποιος σήμερα, με τα εγκαίνιά του να πραγματοποιούνται ανήμερα της εορτής της Κοιμήσεως της Θεοτόκου στις 15 Αυγούστου. Αρκετοί στρατιώτες, αγωνιστές, σύμμαχοι της ελληνικής επανάστασης βρήκαν ενίοτε καταφύγιο εδώ έως το 1943 όταν την κατέλαβαν οι Γερμανοί, διώχνοντας τους μοναχούς. Τότε ήταν το διάστημα που υπήρχαν συνεχόμενα πυροβολισμοί από αγγλικά αεροπλάνα, σημάδια των οποίων είναι εμφανή ακόμη και σήμερα σε μια εικόνα που βρίσκεται χαμηλά στο τέμπλο του ναού.
ΛΑΟΓΡΑΦΙΚΟΣ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ Λαογραφικός είναι ο πολιτισμός που η ίδια του η λέξη ορίζει: ό,τι λέει, πράττει, συνηθίζει σε συλλογικό και κοινωνικό επίπεδο ο λαός ενός τόπου. Οι ρίζες της λαογραφίας της περιοχής της Κισσάμου χάνονται στα βάθη των αιώνων, πηγαίνοντας χιλιετίες πίσω στα χρόνια του Μινωικού Πολιτισμού. ΛΑΙΚΗ ΤΕΧΝΗ ΜΟΥΣΙΚΗ Η μουσική και το τραγούδι είναι άρρηκτα συνδεδεμένα με όλες τις εκφάνσεις της καθημερινής ζωής των κατοίκων της περιοχής. Τα παραδοσιακά μουσικά όργανα στην Κίσσαμο είναι το λαούτο και το βιολί, αντί της λύρας άλλων περιοχών. Οι ντόπιοι τα αποκαλούν «ζυγιά» και είναι συνυφασμένα με πολυήμερα γλέντια χαρούμενων γεγονότων όπως οι γάμοι, τα πανηγύρια, οι αρραβώνες, οι βαπτίσεις και άλλα. Έντονη, φυσικά είναι και η χορευτική δραστηριότητα των Kισσαμιτών, οι…
ΚΙΣΣΑΜΙΤΙΚΗ ΔΙΑΤΡΟΦΗ Οι κάτοικοι της επαρχίας της Κισσάμου, όπως και όλοι οι Κρητικοί, είναι πατροπαράδοτα γευσιγνώστες και απολαμβάνουν το καλό και ποιοτικό φαγητό. Ο τόπος τους παράγει προϊόντα, αντιπροσωπευτικά και θεμέλια της Μεσογειακής Διατροφής. Η εντόπια κουζίνα είναι κατά βάση αυτόχθονη και ο βασικός κανόνας είναι πως το ελαιόλαδο χρησιμοποιείται σε κάθε πιάτο με τη ντομάτα και τη ρίγανη να κυριαρχούν επίσης. Οι διατροφικές συνήθειες των σημερινών κατοίκων της περιοχής είναι παραπλήσιες με εκείνες των αρχαίων, δεδομένο που επιβεβαιώνουν επιγραφές σε πινακίδες της Γραμμικής Β΄ αναφορικά με το τυρί, το λάδι, το μέλι, το κρασί, τα βότανα, το κρέας και τα σιτηρά. Τα βασικά της χαρακτηριστικά είναι η απλότητα, η λιτότητα, η κατανάλωση εντόπιων και εποχιακών προϊόντων, μαγειρεμένα με ευφάνταστες…